Από όλα τα υλικά που χρησιμοποιούνται για τον φέροντα οργανισμό των κτηρίων ( σκυρόδεμα , σίδηρος , ξύλο , φέρουσα τοιχοποιία κτλ.) , ο σίδηρος προσφέρει την μεγαλύτερη αντοχή με μικρότερες διατομές.

Η παραγωγή του , ως βιομηχανικό υλικό , είναι σχετικά πρόσφατη ,ξεκίνησε , στα τέλη του 19ου στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και την Αγγλία.

Οι τεχνολογικές εξελίξεις στο τομέα των κατασκευών και των τεχνικών έργων οδήγησαν στην ανάπτυξη ποιοτικότερων, ταχύτερων, και οικονομικότερων κατασκευών, που είναι σε θέση να ικανοποιούν τις απαιτήσεις ασφαλείας, λειτουργικότητας και αντοχής στο χρόνο. Η ταχύτητα και ποιότητα επιτυγχάνονται κυρίως με τη χρήση τυποποιημένων προϊόντων και τη μεταφορά του κυρίως τμήματος των εργασιών από το εργοτάξιο στο εργοστάσιο, όπου η ποιότητα ελέγχεται καλύτερα και οι κλιματολογικές συνθήκες δεν επηρεάζουν δυσμενώς τη πρόοδο των εργασιών. Για τη αντιμετώπιση των προβλημάτων μεταφοράς, προκύπτει εξάλλου η ανάγκη χρήσης όσο το δυνατόν ελαφρότερων προκατασκευασμένων στοιχείων, με δυνατότητα απλής συναρμολόγησης.
Οι ανωτέρω λόγοι δημιούργησαν τη βάση για την επέκταση της χρήσης των χαλύβδινων και σύμμεικτων κατασκευών, πέραν των κλασσικών πεδίων. Πράγματι, πλην των παραδοσιακών εφαρμογών σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, βιομηχανικά κτίρια, στεγάσεις μεγάλων χώρων, πύργους, ιστούς κλπ., η μεταλλική κατασκευή εισήλθε δυναμικά στο χώρο των κτιρίων, κατακτώντας ένα μεγάλο ποσοστό της αγοράς.

Στα μονώροφα βιομηχανικά κτήρια , όπου απαιτούνται μεγάλα ανοίγματα πλαισίων χωρίς ενδιάμεσα υποστηλώματα , τα οποία εμποδίζουν την παραγωγική διαδικασία , η χρήση μεταλλικών στοιχείων αποτελεί μονόδρομο. Τα τελευταία χρόνια η χρήση σύμμεικτων διατομών αναπτύσσεται και για τη χρήση πολυόροφων κτηρίων. Στη κατοικία εξάλλου διαδίδονται ταχέως ολοκληρωμένες κτιριακές λύσεις, συχνά στη μορφή τυποποιημένων μονάδων ,που περιλαμβάνουν τη φέρουσα κατασκευή και τον οργανισμό πλήρωσης, δηλαδή τα πετάσματα των επικαλύψεων.